Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

s.o.s

Δεν μπορώ να περιγράψω με καμία λέξη αυτό που νιώθω τώρα. Με καμία μοναδική λέξη. Δεν υπάρχει. Θα ήθελα να υπάρχει για να μπορώ να εξηγήσω σε κάποιον. Για παράδειγμα "μελαγχολία", "θυμός", "αγάπη". Δεν υπάρχει αλήθεια.
Θέλω απλά να μπορούσε να με βοηθήσει, να έβλεπε και να άκουγε την καρδιά μου, την ψυχή μου, να με έβγαζε απο αυτό που δεν μπορώ να πω και να εξηγήσω.
Πονάω και φρικάρω και ζορίζομαι και δεν την παλεύω. Και δεν με βοηθά. Βοήθα με. Σε παρακαλώ.
Και αν δεν με βοηθάς εσύ, ας με βοηθήσει η ίδια η ζωή.

Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

Πέμπτη

Πέντε κιλά κρασί δεν ξέρεις αν είναι λίγο ή πολύ.. παει σερί 3η εβδομάδα.
Γυρνά σπίτι. Πάλι καθόταν σε εκείνο το πεζούλι μαζί του και λέγαν μαλακίες και σοβαρά και μαλακίες. Δεν της άγγιξε το χέρι ακόμα μια φορά. Βαρέθηκε να ακούει να φωνάζει το όνομα της.
Άκου αυτό το τραγούδι της λέει.
Φεύγει. Τα λέμε αύριο της λέει.
Προχωράει και το κεφάλι της είναι τόσο μπερδεμένο που όποιος επιχειρούσε να μπει θα χανόταν για πάντα.
Ένα αγόρι ερωτευμένο μακρυά, δύο γονείς απαλευτους, μία αδερφή χαμένη, έναν σίγουρο φιλο και ακόμα έναν φιλο.  Τίποτα άλλο. Αυτά είναι τα σταθερά και απο όλα αυτά.. ποιο θέλει να κρατησει;
Μία παρεξήγηση γυρνάει στο μυαλό της, αυτό την μαρανε. Δεν μπορεί να σκεφτεί κι'αλλα, βραχυκυκλώνει. Δεν θέλει και άλλα. Φτάνει.
Εκέινος μένει εδω κάθε μέρα.
Αποφευγει να τον σκεφτεται. Ξέρει γιατι.
Εκέινον, οχι εκείνον.
Μην φευγεις.
Ένα μαγαζί με μονο πίτσες ανοιχτό.
-Μόνο πίτσα έχετε; -Ναι προς το παρών -Βάλτε μου. Δεν ήθελε, ακόμα μία αψυχολόγητη κίνηση.
-Στο χέρι; -Ναι. Ποτέ δεν τρώει στο χέρι.
Κοιτάει το ολόκληρο φεγγάρι και δεν ξέρει αν αισθάνεται θλίψη ή ρομαντικά ή έστω αδιαφορία. Κοιτάει τα γκραφίτι. Τα γκραφίτι είναι τέχνη.. σκέφτεται.
Πόσο καιρό μπορεί να κάνει άραγε την ίδια διαδρομή χωρίς να ξέρει αν υπάρχει πορεία;
Δεν πότισε και τα λουλούδια.
 

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

αυτό είναι..

                                    http://www.youtube.com/watch?v=2BioNW_DNlg

Έχει ξυπνήσει και φοράει το κοντομάνικο μπλουζάκι του, ξυπόλυτη προχωράει προς τον πάγκο της κουζίνας. Ανοίγει τα ξύλινα παντζούρια και τεντώνεται με ένα μικρο αλλά ευδιάκριτο χαμόγελο ευτυχίας στο πρόσωπο της.
Ανοίγει την καφετιέρα για το γαλλικό και φρυγανίζει φέτες του τοστ. Στύβει 3 πορτοκάλια στην κανάτα ,καθώς αφαιρεί τα "γρουμπαλάκια" που δεν του αρέσουν. Τηγάνι και αυγά με μπέικον είναι η τελευταία πινελιά αγάπης. Είναι;
"Θα ήθελα ένα τριαντάφυλλο να βάλω, σαν τις ταινίες" σκέφτηκε και η καρδιά της πλημμύρισε έρωτα και αγωνία.
Κανένα λουλούδι άξιο του δεν υπήρχε στο σπίτι και έτσι ξεπατίκωσε κάτι άλλο εξίσου θαυμάσιο γι' αυτήν. Ένα χαμογελαστό πρόσωπο στο φαγητό του.
Και όπως είναι φυσικό και αναμενόμενο το αγόρι ξύπνησε, δεν θα γινόταν άλλωστε να γίνει διαφορετικά. Ξύπνησε την κατάλληλη στιγμή, την ώρα που το κορίτσι γυρισμένο στον πάγκο σέρβιρε τα τελευταία στα πιάτα τους.
Την αγκάλιασε και την φίλησε στο λαιμό, τρίβοντας τα λίγα ημερών γένια του στο μάγουλο της.
Κάθισαν αντικριστά, στα άβολα σκαμπό και ο ήλιος τους θάμπωνε.
Αυτός άναψε τσιγάρο και έβαλε και στους δύο ζεστό καφέ.
Το κορίτσι δεν αισθανόταν βολικά με τις μεγάλες σιωπές και αναζητούσε στο βλέμμα του, τον ίδιο έρωτα που ένιωθε εκείνη.
Έλιωνε καθώς τον κοιτούσε και το πρωινό, της φαινόταν βουνό για να μπορέσει να φάει έστω μία μπουκιά.
Την κοίταξε και χαμογέλασε, -με αυτό το γλυκό χαμόγελο-, που έκανε την καρδία της να χτυπάει σαν τρελή και να νιώθει οτι στο στομάχι της χορεύουν πεταλούδες. Έσβησε το τσιγάρο και άρχισε να βουτάει το ψωμί στο αυγό του.
Σήκωσε τα μάτια του και καρφωμένα στα δικά της, την κοιτούσε για λίγα δευτερόλεπτα, που φάνταζαν αιώνες σε εκείνη.
Πατώντας στο σκαμπό ανασηκώθηκε για να την φιλήσει.
Κάθισε ξανά.
"Θέλω να ξυπνάς κάθε μέρα εδώ. Μην φύγεις ποτέ"
Το κορίτσι πήρε το πιρούνι και μαγικά το στομάχι της άρχισε να γουργουρίζει.






Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Στα δώσα όλα

Ξυπνάω τις τελευταίες 4 μέρες με πόνο στο στήθος και ανεξήγητο άγχος.
Θυμάμαι πως τελείωσε.
Μου φαίνεται ότι πέρασε αιώνας και υποφέρω.
Δεν μ' αρέσει η καινούρια πραγματικότητα, αυτή η αλλαγή.
Μπορώ να πω με σιγουριά πως την μισώ.
Στις 4 Οκτωβρίου, πριν 6 μήνες δηλαδή, σηκώθηκα βαριεστημένα να πάω για την πρακτική μου "εργασία" χωρίς να περιμένω τίποτα. "Ας τελειώνει" Αυτό σκεφτόμουν.
6 μήνες μετά, έρχομαι να σας πω ότι "ας μην τελείωνε ΠΟΤΕ" πραγματικά.
Ήμουν ευτυχισμένη. Η ευτυχία είναι στιγμές και εγώ για 6 ολόκληρους μήνες αισθανόμουν αληθινά ευτυχισμένη, χωρίς να το καταλαβαίνω.
Ξυπνούσα 6 η ώρα και δεν ένιωθα κούραση και αν ακόμα ένιωθα και την εξέφραζα, ήταν απλά για να γκρινιάξω. Δεν με νοιαζε. Ήθελα απλά να δω τα μούτρα τους. Να δω σπασμένο καλοριφέρ, στράβες, καφέδες, στρουμφάκια. Να ακούσω τι έκαναν την προηγούμενη μέρα.
Μου λείπουν τα μούτρα τους.
Πότε άνθρωπος δεν έχει αγαπήσει τόσο πολύ μία βεράντα, ο θεός να την κάνει. Μου λείπει. Και μου λείπει πολύ.. Όχι η βεράντα, αλλά αυτό ..
Πότε άνθρωπος δεν περίμενε να έρθει Τρίτη.
Επίσημα ανακοινώνω πως ποτέ η Τρίτη δεν θα είναι ίδια. Δεν ξέρω καν αν τη θεωρώ μέρα ή απλά μια θεότητα.
Γνώρισα υπέροχους ανθρώπους, που για ένα περίεργο λόγο αγαπώ από τα βάθη της καρδιάς μου. Όχι ψεύτικα και μαλακισμένα, αλλά αληθινά και καψούρικα.
Και τώρα νιώθω κενή και συγχρόνως γεμάτη.
Ευχαριστώ. Και ευχαριστώ τόσο.



Στον Βαγγέλη, τη Βάσω, την Βίκυ, την Άσπα, την Γιώτα.

Στα τσίπουρα που ελπίζω να έρθουν...

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Σιωπή

Με κοίταξε στα μάτια και με ρώτησε. Με ρώτησε αυτό ακριβώς που ρωτάω κάθε μέρα στον ευατό μου.
Δεν είναι χαζός, όλα τα καταλαβαίνει.
Δεν έβγαινε μιλιά. Κόμπος ο λαιμός και ξεροκατάπινα.
Ανέβηκα πάνω του και έκλαιγα.
Τίποτα δεν βγήκε πάλι.
Αργότερα πνιχτά δάκρυα.